Η ιστορία των Vorlike ξεκινάει κάπου το 1987 στηΘεσσαλονίκη, όταν μία παρέα εφήβων μέσα από τηνσχολική καθημερινότητα και την περιπλάνηση στιςγειτονιές της Τούμπας, αποφασίζει να δώσει έναστήριγμα στους δεσμούς φιλίας μέσα από τηνδημιούργημα ενός μουσικού σχήματος. Ξεκινώντας λοιπόν με αρχική σύνθεση των Βαγγέλη Δεληπέτκο (φωνή, κιθάρα), Τόμη Βρακά (φωνή, πλήκτρα), Σπύρο Αντωνίου (μπάσο) και λίγο αργότερα το Μιχάλη Ανθομελίδη (τύμπανα), τα μέλη φρόντισαν πρωτίστως ναδιαμορφώσουν το δικό τους χώρο για πρόβες γεγονός πουσυνετέλεσε στη συσπείρωση του γκρουπ και στη ποιότητατου αποτελέσματος.
Οι πρώτες εμφανίσεις ξεκίνησαν το 1990 καισυνεχίστηκαν στο ίδιο επίπεδο μέχρι και το 1992. Τα πρώτα βήματα (όπως όλων στη Θεσσαλονίκη) ξεκίνησαν με εμφανίσεις στα Πανεπιστημιακά στέκια και στις υπαίθριες συναυλίες στους ίδιους χώρους, καθώς επίσης και σε κάποια μαγαζιά όπως το Rex και το Zero.
Το πλούσιο και καλοπεγμένο ρεπερτόριο από την πλευράτων διασκευών, οι απλές και πιασάρικες μελωδίες των δικών τους κομματιών και η δυναμική και αυθόρμητη σκηνική τους παρουσία αποτέλεσαν παράγοντα για τηνσυμπάθια του κοινού, χωρίς βέβαια η φήμη τους να ξεπεράσει τα στενά οικογενειακά πλαίσια.
Με την προσθήκη του Γιώργου Ρουθουνά (μέλος των Hardships, B-Sea, από το χώρο της πειραματικής μουσικής σκηνής στην πόλη, την εποχή εκείνη) ως δεύτερη κιθάρα και την αλλαγή στα τύμπανα με την παρουσία του Αλέξη Αρχοντή , οι Vorlike βρήκαν τηνσωστή τους χημεία, γεγονός που συνετέλεσε στο να αποκτήσει το συγκρότημα μια τρομερή ικανότητα στο να προσαρμόζει τις ανάγκες μιας εμφάνισης κάθε φορά ανάλογα με το χώρο και το κοινό. Έτσι κατάφερε σε διάστημα μια διετίας έως τα μέσα του 1994 να πραγματοποιήσει γύρω στις 70 εμφανίσεις, εκμεταλλευόμενοι και το ρεύμα τις εποχής στη πόλη της Θεσσαλονίκης, που έδινε την δυνατότητα να εμφανίζονται, νέα ροκ συγκροτήματα με αγγλικό στίχο.
Οι Vorlike πλέον είχαν διαγράψει ένα κύκλο και ετοιμάζονταν να κάνουν το επόμενο βήμα. Είχαν πλέον αρχίσει να διαμορφώνουν το δικό τους ύφος καιαπέκτησαν ένα χαρακτήρα ως γκρουπ με τα κύρια συστατικά την αμεσότητα με τον ακροατή και το κοινό, χαμηλό και ειλικρινές προφίλ εκεί που χρειάζεται, αλλά και ξεσπάσματα στον ήχο και στη σκηνική παρουσία ικανά να ξυπνήσουν και τον πιο αδιάφορο θεατή.
Έτσι λοιπόν σιγά σιγά άρχισαν οι κινήσεις για την παραγωγή της πρώτης δισκογραφικής δουλειάς όταν η ατυχία χτύπησε τους Vorlike. Η κινητήριος δύναμη και το πλέον ταλαντούχο μέλος ο Βαγγέλης Δεληπέτκος σκοτώνεται οδηγώντας τη μηχανή του στις 21 Ιουνίου του1994. Το πλήγμα όπως αποδείχθηκε στα επόμενα έτη ήταν πολύ μεγάλο. Τα υπόλοιπα μέλη αν και προσπάθησαν στην αρχή να συνεχίσουν μόνοι τους έδειξαν να μην τα καταφέρνουν αφού όπως αποδείχθηκε η ενασχόληση τους με τη μουσική αποτελούσε “αλάτι στη πληγή”.
Αν λοιπόν ο θάνατος του Βαγγέλη αποτέλεσε την “αιτία” της διάλυσης το ίδιο γεγονός αποτέλεσε τον “λόγο” της επανασύστασης ύστερα από 5 χρόνια.
Στο διάστημα από τα τέλη του 1999 έως και τις αρχές του 2001 το συγκρότημα προχωρά στην ηχογράφηση 12 νέωντραγουδιών (στο studio Benzoil με παραγωγό τον P.X.Harris, μέλος των Universal Τrilogy και στήριξη απότον Γιάννη Νάστα) τα οποία και βρίσκονται στην διαδικασία της δισκογραφικής παραγωγής. Παράλληλα τοσυγκρότημα άρχισε να δημιουργεί και στο χώρο τουβίντεο θέλοντας να δώσει το δικό του στίγμα μέσα από τη χρήση εικόνας και ήχου. Από τις αρχές του 2001 εισέρχεται εκ νέου στο studio για την δημιουργία καιτην προσαρμογή του υλικού με σκοπό την συμμετοχή σεσυναυλίες και ζωντανές εμφανίσεις.
Η νέα σύνθεση (αρκετά αλλαγμένη) έχει οδηγήσει στηναπόκτηση ενός νέου ύφους προσαρμοσμένα σε νέα μουσικά ακούσματα. Οι πάγιες αρχές όμως του συγκροτήματος, όχι μόνο δεν έχουν εξαλειφθεί αλλά τονίζονται ακόμα πιο πολύ μέσα από την αμεσότητα του ελληνικού στίχου οοποίος αν και σύνθετος γίνεται απόλυτα κατανοητός. Είναι φανερό ότι ο ελληνικός στίχος που τώρα χρησιμοποιεί η μπάντα παίζει βασικό ρόλο σε αυτό πουθέλουν να παρουσιάσουν οι Vorlike. Αν και στηρίζονται στη χρήση σύγχρονων μέσων παραγωγής δεν απομακρύνονται ολοκληρωτικά από τις κλασσικές φόρμες της ροκ. Βασικό ρόλο στο ηχόχρωμα παίζουν τα φωνητικά της Ρούλας Τσέκη που συνοδεύουν τον Τομή, ο οποίος μετά από χρόνια και στην προσπάθεια του καλύψει το κενό του Βαγγέλη στα φωνητικά αναλαμβάνει το δύσκολο ρόλο, παράλληλα με την συγγραφή των στίχων και την αρχική δημιουργία της μουσικής. Είναι φανερό πως η φωνή του προσπαθεί να αγγίξει τον ακροατή περισσότερο με την εκφραστικότητα.
Στην κιθάρα και στο μπάσο συνεχίζουν ο Γιώργος Ρουθουνάς και ο Σπύρος Αντωνίου αντίστοιχα, με τονπρώτο να κατέχει το μεγαλύτερο κομμάτι της ευθύνης γιατη διαμόρφωση του νέου ήχου των Vorlike. Σαν δεύτερη κιθάρα εμφανίζεται ως νέο μέλος ο μικρότερος αδερφός του Τόμη, Δημήτρης, κυρίως με σκοπό να στηρίξει το συγκρότημα στις live εμφανίσεις.
Η σημαντικότερη όμως νέα παρουσία στην μπάντα οποία αναμένεται να δράσει καταλυτικά, είναι η συμμετοχή στατύμπανα του Νίκου Ψoφογιώργου ενός από τους ικανότερους στο είδος του κατά γενική ομολογία, με παρουσίες δίπλα σε εξέχοντες Έλληνες μουσικούς τόσο από το χώρο έντεχνης σκηνής όσο και στο χώρο της Jazz.
Η ρυθμική πολυπλοκότητα των νέων συνθέσεων των Vorlike θα φέρει στο γκρουπ τέλος τον κορυφαίο στα κρουστά σήμερα στην πόλη Ιάσονα Γερεμτζέ.
Οι Vorlike κινούνται στα πλαίσια της ροκ μουσικής χωρίς να είναι ροκ, και ταυτόχρονα στο χώρο της σύγχρονης ελληνικής σκηνής χωρίς η μουσικής τους να μπορεί να θεωρηθεί ελληνική. Πρόκειται περισσότερο γιατην απόπειρα χρήσης σύγχρονων μουσικών τάσεων διατηρώντας όμως τη ζεστασιά ήχων και μελωδίας απόπαλιότερες ημέρες. Μια ατμόσφαιρα που περιγράφει τις άσχημες καταστάσεις της ζωής αλλά και παράλληλα την προσπάθεια για ενεργοποίηση και για ξεπέρασμα των δυσκολιών. Ταυτόχρονα προσπαθούν να αναδείξουν την δύναμη του λόγου που ακόμα και με την απλή χρήση του δημιουργεί έντονες εικόνες και συναισθήματα. Ίσως τελικά η νέα τους προσπάθεια να πηγάζει πρωτίστως από την έντονη επιθυμία να συνεχίσουν αυτό που άφησαν στημέση και στη προσπάθεια τους αυτή θέλουν πρωτίστως να αναδείξουν την αξία της δημιουργικής και θετικής στάσης απέναντι στις δύσκολες και άτυχες στιγμές της ζωής.