Η περίπτωση του Στέλιου Λαούδη είναι μοναδική για τα ελληνικά δεδομένα αφού ξεκινώντας ως ταλαντούχος μουσικός ενός ελπιδοφόρου μουσικού συγκροτήματος, κατέληξε μέσα από διαφορετικά πεδία επαγγελματικής ενασχόλησης να φτάσει να δημιουργεί, να οργανώνει και να διευθύνει επιτυχημένα μια σειρά ανωνύμων εταιρειών ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, δρέποντας στην πορεία μόνο δάφνες, πρωτιές και επιτυχίες.
Ο Στέλιος Λαούδης μεγάλωσε στην περιοχή των Αμπελοκήπων όπου μαζί με τους παιδικούς του φίλους Γριτσόπουλο Χρήστο (κιθάρα ,τραγούδι) και Ξαμωνάκη Γιώργο ( όργανο) αποφασίζουν να ιδρύσουν το μουσικό συγκρότημα των GLX, με την ονομασία να προέρχεται από τα αρχικά των επωνύμων τους. Ο Στέλιος Λαούδης είχε ήδη δείξει μια σαφή προτίμηση στο μπάσο ενώ στα ντραμς βρισκόταν ο Σταύρος Σιδηρόπουλος. Με αυτό το σχήμα ενοικιάζουν ένα παλιό σπίτι, το στούντιό τους όπως το έλεγαν, ώστε να προβάρουν τα τραγούδια τους στις αρχές του 1967 οπότε και προστίθεται στη μουσική τους παρέα ο Μιχάλης Αλεξάνδρου (κιθάρα) ο οποίος είχε ήδη προχωρημένες σπουδές στην κλασσική κιθάρα.
Μην έχοντας δώσει ακόμα κάποια ανοιχτή ζωντανή παρουσία στο κοινό, προβάρουν εντατικά τα τραγούδια τους και αρχίζουν να δένουν αρμονικά μεταξύ τους ως ενιαίο σύνολο. Δεν έχουν μουσικά όργανα, ούτε ενισχυτές, ούτε μικροφωνική εγκατάσταση, ούτε καν ντραμς αλλά κάνανε την δουλειά τους με κάποια παλιά μαγνητόφωνα και χαλασμένα ραδιόφωνα. Τότε κατάλαβαν ότι πρέπει να βγουν από το στούντιό τους και να αρχίσουν να δημιουργούν ευκαιρίες και δυνατότητες για το γκρουπ τους.
Έτσι βρέθηκαν σε ένα “απογευματινό” live στο night club “Κίτρινο Κουνέλι” στην Πλάκα, όπου έπαιζαν επαγγελματικά οι γνωστοί τότε M.G.C. Τους ζητήθηκε να ανέβουν να παίξουν με τα όργανα που υπήρχαν στο πάλκο και άρπαξαν την ευκαιρία, δημιουργώντας πανικό από τις πρώτες νότες και εντυπωσιάζοντας το κοινό. Μεταξύ αυτών ήταν παραγωγοί εταιρειών, μουσικοί, τραγουδιστές, επιχειρηματίες, ηχολήπτες και άλλοι άνθρωποι της δουλειάς που μετά την εμφάνιση των GLX έπεσαν κυριολεκτικά επάνω τους, ζητώντας τους τα τηλέφωνα τους. Ήταν η αρχή της μεγάλης πορείας των G.L.X. Και η αρχή μιάς μεγάλης επαγγελματικής καριέρας του Στέλιου Λαούδη. Ακολουθεί η προσχώρηση στο συγκρότημα της ταλαντούχας οργανίστριας Μαρίνας Διαλεντή, η οποία προερχότανε από τους Esquires Beat Group και η πείρα της ήρθε να προστεθεί στο ήδη επιτυχημένο σύνολο των GLX. Η σύνθεση του γκρουπ είχε πλέον ολοκληρωθεί και με αυτήν την σύνθεση θα τους αποτυπώσει και ο κινηματογραφικός φακός στην ταινία του 1967 “Τα δυό πόδια σε ένα παπούτσι”, που γυρίσθηκε παίζοντας ζωντανά στο Auto club της Κηφισιάς.
Στο μεταξύ οι προτάσεις για συνεργασίες έπεφταν βροχή. Συναυλίες, πρωινά ,απογευματινά, προτάσεις για εμφανίσεις ολόκληρες σεζόν στα καλύτερα night clubs της εποχής. Κάπου εδώ τους βρήκε ο Νίκος Μαστοράκης και τους ανέλαβε προσωπικά. Με την συνεργασία του Νίκου Μαστοράκη εκτοξεύονται στην κυριολεξία. Δίνουν κάθε βδομάδα συναυλίες στο θέατρο Μινώα στην Πατησίων καθώς και μιά σειρά συναυλιών σε ολόκληρη την Ελλάδα. Στις συναυλίες του θεάτρου Μινώα συμμετέχουν κάθε φορά και οι Idols ,ένα επίσης εξαιρετικό φωνητικό συγκρότημα της εποχής καθώς και άλλες προσωπικότητες της μουσικής, όπως ο Πουλόπουλος που τότε μεσουρανούσε.
Με όλες αυτές τις μοναδικές εμφανίσεις και με το ταλέντο των μελών να κάνει την ειδοποιό διάφορα από τα υπόλοιπα γκρουπ προκαλούν το ενδιαφέρον του ίδιου του Πατσιφά της δισκογραφικής εταιρίας Lyra , ο οποίος έρχεται να τους βρει στο καμαράκι που έκαναν πρόβες και να τους ζητήσει να υπογράψουν συμβόλαιο συνεργασίας ώστε να δισκογραφήσουν κάποια από τα δικά τους τραγούδια που είχαν ήδη γράψει (So long -Στ.Λαούδης, Χαμένη αγάπη -Ν.Μαστοράκης) πράγμα που αρνήθηκαν, αφήνοντας έκπληκτο τον Πατσιφά που δεν ήταν συνηθισμένος στις αρνήσεις. Κατόπιν τους κάλεσαν στην Θεσσαλονίκη,για δεκαπέντε εμφανίσεις στο κέντρο Ρέμβη,που τότε ήταν ό,τι το ποιοτικότερο υπήρχε στην πόλη. Τελικά έμειναν τρεις μήνες εκεί, γιατί οι θεσσαλονικείς τους λάτρεψαν.
Κάποια στιγμή ήρθε το τέλος και για τους GLX αφού η διαδοχική στράτευση των μελών τους δεν τους επέτρεψε να συνεχίσουν. Με το τέλος της στράτευσής του, ο Στέλιος Λαούδης ιδρύει τους New Generation με μέλη των GLX και με την συμμετοχή του Βασίλη Γκιουλέ στο όργανο. Εν τω μεταξύ ο Χρήστος Γριτσόπουλος που είχε ήδη μεταπηδήσει στους Σολίστες με τους οποίους εμφανιζόταν στο Hilton έπεισε τον Στέλιο Λαούδη να τον ακολουθήσει στο συγκρότημα που προγραμμάτιζε εμφανίσεις στο εξωτερικό, την οποία και αποδέχτηκε. Τελειοποιώντας την τεχνική του στο μπάσο λαμβάνει μαθήματα μουσικής θεωρίας από τον καθηγητή και ακαδημαϊκό Αινιάν και γίνεται ένας από τους λίγους μουσικούς στην Ελλάδα με πλήρη θεωρητική κατάρτιση και φυσικά απύθμενο ταλέντο ως εκτελεστής, συνδυασμός που τον κατέστησε έναν από τους καλύτερους session μουσικούς της χώρας.
Οι πρόβες πλέον με τους Σολίστες ήταν εντατικές καθώς είχαν δεχτεί πρόσκληση για να περιοδεύσουν στο εξωτερικό, όμως τους πρόλαβε η εξέγερση του Πολυτεχνείου και τα γεγονότα που ακολούθησαν ,εμπόδισαν το μεγάλο εγχείρημά τους. Ο μουσικός Α.Καραντάνης που συμμετείχε εκείνη την περίοδο στην ποιοτικά ανεπανάληπτη ορχήστρα της Μαρινέλλας τον άκουσε στο Hilton και εντυπωσιασμένος από το παίξιμό του, τού προτείνει να έρθει στο σχήμα που θα συνόδευε την μεγάλη τραγουδίστρια σε συναυλίες στο Olympia του Παρισίου, πρόταση που βεβαίως αποδέχτηκε με τιμή. Οι μουσικοί της ορχήστρας της Μαρινέλλας ήταν εκείνη την περίοδο οι μεγαλύτερες προσωπικότητες που έχει να επιδείξει η μουσική ιστορία του τόπου. Παγκόσμιας αξίας μουσικές προσωπικότητες όπως ο Μάρκος Αλεξίου (πιάνο),Άρης Καραντάνης (σαξόφωνο),Τάσος Λιβέρης (ντραμς) ,Renato Favilli (όργανο),Κώστας Νικολόπουλος (κιθάρα) και μπουζούκι ο καλύτερος, ο Στέλιος Ζαφειρίου.
Στην ορχήστρα της Μαρινέλλας έμεινε εννέα χρόνια αν και κάθε σεζόν πολλοί προσπαθούσαν να τον αποσπάσουν από εκεί. Αυτός όμως λατρεύει την Μαρινέλλα αλλά και τον Βοσκόπουλο, τον οποίο θεωρεί ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη ό,τι το εκλεκτότερο υπάρχει στα μουσικά πράγματα της χώρας. Τους αγαπάει βέβαια γιατί εκτός των άλλων είναι και οι κουμπάροι του, αφού τον πάντρεψαν και οι δυό μαζί. Μετά από όλα αυτά η φήμη του ως πληρέστατου μουσικού έχει πλέον εξαπλωθεί παντού. Δεν γινότανε ηχογράφηση δίσκου χωρίς τον Στέλιο Λαούδη αφού όλοι οι μεγάλοι συνθέτες και μαέστροι ζητούσαν αυτόν. Σπανός, Χατζηνάσιος, Πλέσσας, Παπαβασιλείου, Μούτσης, Κλαβάς, Θεοδοσιάδης, Ιακωβίδης, Κατσαρός, Ιγνατιάδης καθώς και οι λαικοί συνθέτες Άκης Πάνου, Καλδάρας, Τσιτσάνης, Μουσαφίρης, Ζαμπέτας, Κουγιουμτζής, Ζαφειρίου, Νικολόπουλος και όλοι οι μεγάλοι τραγουδιστές ήθελαν τον Λαούδη να αναλαμβάνει το μπάσο στους δίσκους τους. Η ηχογράφηση που τον καθιέρωσε στην ελίτ των στούντιο μουσικών ήταν το άλμπουμ “Ρεσιτάλ” της Μαρινέλλας και του Κώστα Χατζή. Το ιδιαίτερο παίξιμό του είναι αναγνωρίσιμο πλέον ενώ άρχισε παράλληλα να διδάσκει στη μουσική σχολή του Κώστα Κλαββά μπάσο σε νέα παιδιά.
Κάπου εδώ σταματάει η ενασχόλησή του με την μουσική, αλλάζει πορεία και ανοίγει ένα τελείως διαφορετικό κεφάλαιο στην ζωή του. Συλλαμβάνοντας την καινοτόμο ιδέα να ενισχυθεί η προβολή του ελληνικού πολιτισμού-τουρισμού στο εξωτερικό, κάνει την πρόταση να εξάγει την σύγχρονη Ελλάδα μέσα από μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις στην Ευρώπη. Η πρόταση γίνεται αποδεκτή και υλοποιείται με εκπληκτική επιτυχία σε συνεργασία με τον ΕΟΤ, τον ΟΠΕ και την Ολυμπιακή Αεροπορία και άλλους φορείς και οργανισμούς, επιτυχία πού αναδείχτηκε από την ραγδαία αύξηση στο τουριστικό ρεύμα προς την χώρα μας από τις χώρες πού πραγματοποιήθηκαν οι εκδηλώσεις αυτές. Η σύλληψη της ιδέας και η άρτια από όλες τις πλευρές οργάνωση και εκτέλεση της από τον Στέλιο Λαούδη ήταν ίσως η αρχή ώστε να περάσει μια συνολική εικόνα της σύγχρονης Ελλάδας στο εξωτερικό μέσα από την ελληνική μουσική, τους ελληνικούς χορούς, την απαράμιλλη ελληνική κουζίνα και βεβαίως την λαϊκή μας τέχνη και παράδοση.
Στη συνέχεια μπαίνει δυναμικά στο χώρο των τουριστικών επιχειρήσεων-επενδύσεων. Δημιουργεί σταδιακά μια σειρά από ανώνυμες εταιρείες ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος με αντικείμενα την προώθηση τουριστικών επενδύσεων, την κατασκευή και εκμετάλλευση ξενοδοχειακών μονάδων που είχαν υπαχθεί στο καθεστώς της χρονομεριστικής μίσθωσης με πολύ θετικά αποτελέσματα. Η επιτυχημένη τους δράση αποτυπώνεται στην συγχώνευση με την μορφή απορρόφησης δύο εξ ‘αυτών των εταιρειών ( Nissaki Corfu AE, Laoudis ΑΕ) με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Παράλληλα δημιουργεί και μια εταιρεία που λειτουργεί ως σύμβουλος πολιτικής επικοινωνίας σε μια σειρά από μεγάλες προσωπικότητες της πολιτικής, δημάρχων, βουλευτών και άλλων προσωπικοτήτων των γραμμάτων και των τεχνών ενώ διετέλεσε και άτυπος σύμβουλος πολιτικής επικοινωνίας τέως προέδρου της Νέας Δημοκρατίας και κύριος άτυπος εισηγητής του πολιτικού σχεδιασμού του κόμματος με απίστευτα αποτελέσματα.
Στα πλαίσια αυτής της εταιρείας οργάνωσε τμήμα παραγωγής ποιοτικών ντοκιμαντέρ (S.L.TV Production) και γύρισε ένα εκπληκτικό ντοκιματέρ για την ζωή και την δράση των μελών της οργάνωσης της Greenpeace που γυρίστηκε στο πλοίο Sirius κατά την διάρκεια του ταξιδιού του από τον Πειραιά στο Αλικάντε της Ισπανίας, που προβλήθηκε από την ΕΡΤ και άλλες ευρωπαϊκές τηλεοράσεις. Στα πλαίσια της ίδιας εταιρείας οργάνωσε τμήμα γενικού τουρισμού (S.L.-Future Travel and Tourism) που διευθύνει η γυναίκα του Βάντα. Οι άκρως επιτυχημένες εισηγήσεις του ως σύμβουλου πολιτικής επικοινωνίας είχαν ως αποτέλεσμα να δεχτεί σοβαρές προτάσεις εμπλοκής του στον στίβο της πολιτικής, τις οποίες και δεν δέχτηκε έχοντας διαφορετικές προσεγγίσεις.
Κλείνοντας αυτήν την καταγραφή βλέπουμε πως ένας άνθρωπος ξεκίνησε από ένα συγκρότημα το οποίο εντυπωσίασε για την ευπρέπειά του και την φωνητική του δεινότητα και εξελίχθηκε σε έναν μουσικό στουντιακής εγγραφής με ξεχωριστές ικανότητες στην εκτέλεση μίας παρτιτούρας, συμμετέχοντας στις περισσότερες επιτυχίες των μεγάλων τραγουδιστών και συνθετών της δεκαετίας 1970-’80.Με την άρτια εκτελεστική του δεινότητα στην οποία πάντα αποτύπωνε και κάτι από την πολυσχιδή προσωπικότητά του άφησε εποχή γι’ αυτό θεωρεί ότι η μεγαλύτερη γι’ αυτόν καταξίωση είναι αυτή που προήλθε από τις διακρίσεις του στους χώρους της μουσικής και στους χώρους της τέχνης. Παραμένει μέχρι σήμερα ενεργός σε όλους τους τομείς δράσης του, αναπολώντας τα παιδικά του χρόνια ως μέλος δύο καταπληκτικών μουσικών συγκροτημάτων, των GLX και των Σολιστών, σχεδιάζοντας παράλληλα τις μελλοντικές επιχειρηματικές του κινήσεις.
Κείμενο : Δημήτρης Βασιλειάδης