Στον Αντρέα Σεϊντή
Οι Magic De Spell δημιουργήθηκαν το 1980 από τους Θοδωρή Βλαχάκη (drums), Γιώργο Σκαρλάτο (μπάσο) και Αλέξη Κυριακάκη (φωνή). Από τότε μέχρι και σήμερα έχουμε δει πάνω από 10 δισκογραφημένες δουλειές, κυκλοφορίες με αγγλικό στίχο, συμμετοχές σε συλλογές, συνεργασίες, μελοποιήσεις ποιημάτων και διασκευές τραγουδιών, αμέτρητες συναυλίες, νέα μέλη και επιρροές, συγκινήσεις και εμπειρίες. Και όμως είναι και πάλι στο προσκήνιο με ολοκαίνουρια δουλειά. “OK” Magic De Spell!
-Μετά από τόσα χρόνια παρουσίας στην ελληνόφωνη rock σκηνή, μετρώντας σχεδόν 30, τί μπορεί να προσδοκά κανείς από τους Magic De Spell;
Τα 30 σχεδόν χρόνια πορείας είναι μια σημαντική κληρονομιά για τη μπάντα. Προσπαθούμε να στεκόμαστε αντάξιοι του παρελθόντος της μπάντας αλλά ταυτόχρονα να έχουμε και μια καινούργια πρόταση. Κάτω από αυτό το πρίσμα βγήκε ο τελευταίος δίσκος και θέλουμε να πιστεύουμε και οι επόμενοι. Είμαστε «ονειροπόλοι» αλλά ζώντας στη γη και όχι στο απώτερο διάστημα ξέρουμε ότι δεν υπάρχουν κεκτημένες ταχύτητες και προσπαθούμε διαρκώς να ψαχνόμαστε και να αναζητούμε δημιουργώντας τις εξελίξεις, παρά να τις ακολουθούμε περιμένοντας πότε θα μας σταματήσει η δύναμη της τριβής του βολέματος. Χάνεις προσωρινά κάποιους φίλους έτσι αλλά κερδίζοντας περισσότερους ξανακερδίζεις αρκετούς από τους πρώτους…
-Το νέο σας album κυκλοφόρησε από την lyra με τίτλο “οκ πατέρα…” και αποτελείται από 10 τραγούδια και 2 bonus κομμάτια. Με δεδομένο ότι υπάρχουν πολλές μεταφορές-διασκευές παλιών αγγλόφωνων κομματιών στη δουλειά σας αυτή, με ποια κριτήρια επιλέξατε τα τραγούδια που μπήκαν;
Όταν όλοι κάνουν στροφή και αναβιώνουν το παρελθόν «δανειζόμενοι» υλικό από άλλους καλλιτέχνες είτε με τη μορφή διασκευών είτε με τη μορφή «επιρροών», οι MDS έχουν τη πολυτέλεια να το κάνουν διαλέγοντας από το δικό τους σεντούκι… Κάνοντας μια αναδρομή στο απώτερο αγγλόφωνο παρελθόν της μπάντας, βρεθήκαμε μπροστά σε ιδέες που μας ακούγονταν σύγχρονες και οικείες. Θελήσαμε να πειραματιστούμε με το ελληνόφωνο στίχο πάνω σε αυτές τις αφετηρίες. Η προσέγγιση έγινε με σεβασμό στο παλιό υλικό. Τελικά βάλαμε στο δίσκο τα κομμάτια που κατά τη γνώμη μας ταίριαξε η αρχική ιδέα με τον ελληνικό στίχο.
-Στο “οκ πατέρα…” φλέρταρε το hip-hop μαζί με το rock και το punk. Πώς καταλήξατε στη τελική μορφή του δίσκου;
Προφανώς δεν είναι τα υπάρχοντα «υλικά» μόνο που φτιάχνουν το «γλυκό». Χρειάζονται και κάποια μαγικά φίλτρα… τι το έχουμε το όνομα! Το μουσικό και ιδεολογικό ιδίωμα της μπάντας μπορεί να πει κανείς ότι κολυμπά σαν καρυδότσουφλο στο ροκ με όλες τις φράξιες του (και όχι μόνο). Είναι μακρά παράδοση για τους MDS. Εφόσον αισθητικά δεν προσβάλλει τα πρωτότυπα εξ ών συνετέθη, η πρόσμιξη μουσικών ιδιωμάτων είναι η πεμπτουσία της αθανασίας του Rock. Έχουμε το γνωστό ήχο μας άλλα παίρνουμε και νέους δρόμους. Το Hip-Hop -ας πούμε- θυμίζει το punk σαν μια νέα μουσική/ρυθμική διαλεκτική που ήρθε να ξαναπεί τα πράγματα με το όνομά τους σε αντίθεση είτε με αυτούς που το παράκαναν με την υπερβολική ή τη δήθεν αλληγορία, είτε με αυτούς με τα ανέμελα τίποτά τους… Εμείς κρατάμε ας πούμε το «εναλλακτικό στοιχείο» από τα μουσικά ιδιώματα που μελετάμε. Δουλεύαμε συνέχεια έχοντας την αγωνία μήπως όλα αυτά τα στοιχεία είναι ετερόκλητα και ασύνδετα, μέχρι τη στιγμή που ακούσαμε όλα τα τραγούδια μαζί και συνειδητοποιήσαμε ότι συγκροτούν μια ενότητα που φωτογραφίζει κάτι το αυθεντικό ασχέτως εάν και πόσο το γουστάρει κάποιος. Κάτι σαν το νερό (Η2Ο): Δεν έχει σχέση με το Η2 ούτε με το Ο από τα οποία αποτελείται.
–Σε αυτή τη δουλειά είδαμε τη συμμετοχή πολλών νέων μελών. Πώς καταφέρατε να συνυπάρξετε αρμονικά και να δέσει η χημεία μεταξύ σας;
Σήμερα φαίνεται θα μιλήσουμε πολύ για χημεία και μαγειρική. Η αρμονική συνύπαρξη δεν είναι μια καθημερινή «σούπα αγάπης» όπου όλοι βρισκόμαστε αγκαλιασμένοι στις νέες προσπάθειες. Οι εμπειρίες του καθενός προέρχονται από διαφορετικές αφετηρίες που αρχικά μπορεί να φαίνονται ασύμβατες. Έτσι όταν χρειάζεται να κατατεθούν οι απόψεις για ένα καινούργιο τραγούδι ή μια ενορχηστρωτική προσέγγιση καταθέτουμε πολλές εκδοχές και καλούμαστε να αποφασίσουμε. Η διαδικασία είναι επώδυνη και μπορεί να έχει και απρόβλεπτα αποτελέσματα. Κάθε πρόταση που κατατίθεται έχει πολλή δουλειά πίσω της και η ενδεχόμενη απόρριψη από την υπόλοιπη μπάντα δεν γίνεται με ελαφριά καρδιά. Για να κάνουμε λίγο και τους συγκροτηματο-πατέρες πρέπει να προσπαθούν τα μέλη να μη δημιουργείται στις μπάντες η αίσθηση ότι υπάρχει συνωμοσία εναντίον μιας άποψης. Σε αυτό βοηθάει και η θεώρηση ως δεδομένου ότι όλοι προσφέρουν σε κάτι που θα γίνει κτήμα και των άλλων. Η ομαδικότητα δεν είναι κάτι που θεωρείται δεδομένο επειδή έχει δηλωθεί ως τέτοια. Αποδεικνύεται με την καθημερινή σχεδόν πρακτική. Να πούμε λοιπόν ότι τα νέα παιδιά -προερχόμενα από την ευρύτερη παρέα ενσωματώθηκαν στα «Ήθη και τα «Έθιμα» των «αρχικών», και αν το καταφέρεις αυτό δεν είσαι τίποτα περισσότερο η λιγότερο από «Magic De Spell». Θα αλλάζαμε και τα επώνυμά μας όπως οι Ramones αλλά η γραφειοκρατία… άλλωστε δεν είναι ληξιαρχικό το θέμα. Είμαστε μιά ΠΑΡΕΑ!
-Αλήθεια το δύο μπορεί ποτέ να γίνει ένα! Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με την Στέλλα Κονιτοπούλου;
Η ιστορία των MDS δείχνει ότι δε το έχουμε και πολύ να φέρουμε τα πάνω κάτω ιδίως ότι μπορεί να θεωρείται «πολιτικά ορθό». Οι φαινομενικές διαφορές εξαλείφονται όταν απογυμνώσουμε από το ύφος τον πυρήνα της καλλιτεχνικής προσέγγισης. Και εμείς και η Στέλλα δε στηρίξαμε την πορεία μας στα media αλλά στην αμεσότητα των ζωντανών εμφανίσεων και στην υποστήριξη του κόσμου με τον οποίο ερχόμαστε σε επαφή. Η ιδέα για τη συνεργασία ήταν αρχικά της Στέλλας χωρίς να καθοριστεί ακριβώς το τί θα κάναμε. Επιλέξαμε τελικά τον πειραματισμό σε ένα ιδίωμα που δε σχετιζόταν άμεσα με την πορεία του καθενός. Ένα Κρητικό ιδίωμα ήταν το ίδιο ξένο και για τη Στέλλα αλλά και για μας. Προέκυψε έτσι «Το Δύο» σε μουσική του Γ. Κουτουλάκη. Αισθανόμαστε ικανοποιημένοι από αυτή τη συνεργασία και δικαιωμένοι από τη συγκεκριμένη επιλογή αντί μιας σκυλο- ποπ προσέγγισης.
–Διασκευάσατε το τραγούδι «Sarajevo» δίνοντας του μια hip-hop πινελιά και προσθέτοντας του μερικά λόγια επιπλέον. Τι σημαίνει για εσάς το Sarajevo;
Α ναι, από τη μανία μας να διασκευάζουμε δεν γλυτώνουν ούτε τα ίδια μας τα τραγούδια! Αλλά αυτό συνήθως το κάνουμε στο τρόπο που τα παίζουμε Live. Ορμώμενοι από τι μας αρέσει και μας εμπνέει κατά περιόδους δίνουμε και το αντίστοιχο χρώμα. Πειθαρχημένα όμως, όχι «τώρα Jam-άρουν οι session-άδες». Γι’αυτό πιστεύουμε ότι δε μπορεί να πει κανείς «…A, τους Magic τους έχω δει live» γιατί την επόμενη φορά θα δεί κάτι καινούριο. Ακόμα και στα ίδια τραγούδια. Πάντως είναι μια πιο acoustic επανεκτέλεση αυτή εδώ, με τα στοιχεία hip-hop που μας… στοιχειώνουν τελευταία…και μια που ρωτάς το «Sarajevo» σα στοιχείο τίτλου κομματιού και δίσκου προέκυψε από συζητήσεις και αναπροσαρμογές κατά τη σύνταξη των στίχων του. Ήταν η φράση κλειδί πού καθόρισε και το δρόμο που τελικά πήρε ένα έως εκείνη τη στιγμή κοινωνικοπολιτικό κομμάτι που… τα έλεγε αλλά κάτι του έλειπε για να γίνει «μεγάλο». Μπορεί να φτιάχνεις κάτι που έχει προοπτική αλλά να χάσεις τη μπάλα στη πορεία και να πάει άπατο. Είναι μια κλωστή που τα χωρίζει αυτά. Και τα μεγάλα πράγματα είναι συνήθως απλά. Αυτό που δεν είναι απλό είναι να ξεπεράσει κανείς το σύνδρομο του μικρού και του μετρίου και αντί να πεί «ποιος είμαι γώ που θα βγώ να πώ το αυτονόητο ας πω κάτι πιο low, ας περάσω ξυστά… μη με πούν πολεμοκάπηλο… τα έχουν ξαναπεί αυτά μεγαθήρια του είδους.» Ε λοιπόν Όχι ρε φίλε! Να βγείς και να τα πείς! Υπάρχει σωστό και λάθος, καλό και κακό, ωραίο και άσχημο, το ξέρεις μέσα σου… Να αντέχεις να σηκώνεις το βάρος από τα μεγάλα λόγια, φτάνει να τα πιστεύεις. Και οι U2 λίγο αργότερα έβγαλαν το Miss Sarajevo με τον Παβαρόττι, όπως πολύ πιθανόν αντίστοιχα κομμάτια που δε θα μάθουμε πότε είχαν ήδη γρατζουνίσει με μια κιθάρα ή με μια μπάντα κάποια άγνωστα παιδιά σε ένα προβάδικο της γειτονιάς… Όλοι αυτό βλέπαμε ανοίγοντας τη γαμοτηλεόραση και τρώγοντας τη φρίκη του πολέμου. Απλά μη βάζουμε το κοσμητικό «εμφύλιος», η γη κατοικείται από μια νοήμονα φυλή: την ανθρώπινη… πανάθεμά την! Ναι, γίνονταν πράγματα που δε μπορούσε να τα πει η ΤV.. όχι απλά μάχες εκ του συστάδην. Μας έλεγαν τα αληθινά νέα φίλοι που γνωρίσαμε όταν έμαθαν για το κομμάτι μας, όπως ο Σπύρος Τσακίρης φωτορεπόρτερ και πολεμικός ανταποκριτής και όχι μόνο, που αργότερα έγινε πολύ καλός φίλος που ζούσε από πρώτο χέρι τα τεκταινόμενα. Πώς έγινε γνωστοί -φίλοι –συγγενείς να βρεθούν αντιμέτωποι σε διαφορετικά στρατόπεδα και να αλληλοσφαγούν… Παιδιά να διηγούνται ανείπωτες εικόνες που δε θα ξεχάσουν όταν εμείς γυρίσουμε κανάλι. Ανάλογα συναισθήματα νοιώσαμε όταν το 2002 είχαμε τη τιμή να συμμετάσχουμε στη συναυλία που έγινε στην ουδέτερη ζώνη μεταξύ ελεύθερης Κύπρου και κατεχομένων όταν για πρώτη φορά από το ‘74 άνοιξαν τα σύνορα και ανακατεύτηκαν άνθρωποι από δυο χωρισμένους κόσμους τόσο κοντά ο ένας στον άλλο, και ένοιωθες το δέος και τη αμηχανία του .. «τι θα γίνει τώρα αν έχει ακροβολιστεί κανείς σε καμιά στέγη κρυφά από τους κυανόκρανους και αρχίσει να γαζώνει προβοκατόρικα όπως σε ανάλογη περίπτωση που ξεκίνησε το αιματοκύλισμα στη Βοσνία…» και η Τουρκοκυπριακή μπάντα που βγήκε μαζί μας έπαιζαν και αυτοί Ροκ στις ίδιες φόρμες με παρόμοιο ήχο στους ίδιους ενισχυτές. Θα μου πείς τώρα, φυσικά και θα ήταν έτσι…Ε αυτό είναι για μας το Sarajevo, «δε σας λέμε κάτι που δε ξέρετε αλλά κάτι που ακόμη και μείς που τραγουδάμε δε μπορούμε κάποιες φορές να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία του »!
-Από που εμπνέει η μπάντα την θεματολογία των στίχων;
Anything! Ψάχνουμε και ψαχνόμαστε. Σε συρτάρια δικά μας, είτε φίλων, ακόμα και ανθρώπων που εμπνέονται από εμάς. Είναι στιγμές που λες θα μπορούσα να το είχα γράψει εγώ αυτό. Επίσης είναι σημαντικό για μας να μελοποιούμε ποιητές. Ξέρεις καμιά φορά η προσέγγιση των «άτεχνων» ροκάδων δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό στο αυθεντικό έργο. Το θράσος μας είναι ανιδιοτελές. Και οι ξεδιάντροπες βουτιές μας στα άδυτα του ατυχώς λεγόμενου “ έντεχνου”, νομίζουμε ότι καθιέρωσαν μια νέα ροκ προσέγγιση στο πολιτικό στίχο που αδιάκοπα φλερτάρουμε.
-Έχει φτάσει ποτέ το συγκρότημα στο σημείο να πεί ότι μέχρι εδώ παιδιά ό,τι είχαμε να δώσουμε το δώσαμε, ήρθε η ώρα να κλείσει το μεγάλο κεφάλαιο Magic De Spell;
Συνήθως η διάλυση εμφανίζεται ως επιλογή σε συγκροτήματα που έχουν παγιώσει την εικόνα τους με την πάροδο του χρόνου. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να εκφυλιστούν τα στοιχεία που εμπνέουν και συνδέουν τη μπάντα και να αναδυθούν τα αρνητικά στοιχεία των σχέσεων των μελών. Εμάς πάντα μας ιντριγκάρει το καινούργιο γι’ αυτό και τολμάμε να κάνουμε επιλογές που δε συμβαδίζουν απαραίτητα με την καθιερωμένη εικόνα μας. Αυτό όμως είναι και το σημείο όπου δεχόμαστε και τη μεγαλύτερη κριτική από μερικούς funs της μπάντας. Προτιμούμε τον πειραματισμό και την αναζήτηση από το βόλεμα του αναμασήματος της «συνταγής» που μας οδήγησε στην επιτυχία. Ποτέ δε διστάσαμε να κοιτάξουμε στα μάτια τους φίλους της μπάντας. Ίσως και εκεί να οφείλεται ότι μας αγαπούν και μας ακολουθούν τόσο πολλά χρόνια.
-Το διαδίκτυο έχει βοηθήσει καθόλου το συγκρότημα;
Το διαδίκτυο μας έχει βοηθήσει στον τομέα της αμεσότερης επικοινωνίας με φίλους της μπάντας. Μέσω του myspace, έχουμε ανταλλάξει απόψεις με friends (όπως λέγονται πλέον οι φίλοι!). Στο you tube, σε πολύ συχνή βάση, ανεβαίνουν είτε βιντεάκια από τα live μας ή βιντεάκια που φτιάχνουν με τα καινούρια και τα παλιότερα τραγούδια μας.
-Οι τιμές που πωλούνται τα cd στα δισκοπωλεία είναι στα ύψη και πόσο μάλλον στις επαρχίες. Έτσι ο ακροατής βρίσκει την εύκολη και άμεση λύση του download. Ποια είναι η άποψη σας πάνω σε αυτό;
Το downloading είναι ένα θέμα που έχει συζητηθεί και αναλυθεί διεξοδικά. Σίγουρα εγείρονται κάποια θέματα που αφορούν τον τρόπο αμοιβής των δημιουργών και όχι τόσο των ερμηνευτών. Δε νομίζω ότι μπορεί κάποιος να έχει αρνητική στάση απέναντι στο downloading όσο αυτό λειτουργεί υπέρ μιας κοινωνικοποιημένης πολιτιστικής απεύθυνσης. Δε θεωρούμε βασικότερο το ιδιοκτησιακό δικαίωμα ενός πνευματικού έργου από τη δυνατότητα που δίνεται στον καθένα να το προσεγγίσει. Δυστυχώς όμως και το downloading γίνεται περισσότερο μια καταναλωτική προσέγγιση παρά μια πράξη κοινωνικοποίησης του καλλιτεχνικού έργου. Οι περισσότεροι «χρήστες» περισσότερο συζητάνε πόσα GB έχουν κατεβάσει παρά τί ωραίο έχουν κατεβάσει. Στο δια ταύτα, όμως δεν είμαστε ενάντιοι στο downloading, όταν κάποιος θέλει μέσω αυτού να γνωρίσει και να εμπλακεί με το καλλιτεχνικό έργο.
-Παρακολουθείτε καθόλου την εγχώρια σκηνή και αν ναι υπάρχει κάποια μπάντα που σας κίνησε το ενδιαφέρον;
Η εγχώρια σκηνή ίσως να είναι πιο πλούσια σε ηχοχρώματα παρά ποτέ. Στις συναυλίες, στα club και στα φεστιβάλ, ερχόμαστε σε επαφή με πολλούς από τους εκπρόσωπούς της. Παρακολουθούμε με σεβασμό τις παλιότερες μπάντες, με ενδιαφέρον τις νέες απόπειρες και μερικές φορές αντλούμε και έμπνευση από αυτές.
-Πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να υπάρχει ένα σχήμα με σταθερά μέλη;
Η πραγματικότητα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια δεν ευνοεί την ύπαρξη ομαδικών προσπαθειών για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ανάγκες που διαφοροποιούνται με το πέρασμα των χρόνων, η αναζήτηση άλλων δρόμων αλλά και η ατομική προβολή οδηγούν τις περισσότερες φορές στην αποχώρηση ή στην απομάκρυνση κάποιου μέλους από τους υπόλοιπους. Σίγουρα θα μπορούσε να αναπτυχθεί ένας ολόκληρος κλάδος κοινωνικής ψυχολογίας που να ασχοληθεί με αυτό το θέμα. Ίσως τότε και εμείς να βρούμε απαντήσεις σε πολλά από τα (μη ρητά διατυπωμένα) ερωτήματα που μας βασανίζουν. Τελικά ίσως να ανακαλύψουμε ότι όλα αυτά δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία αρκεί αυτό που προκύπτει να είναι γόνιμο, να παρέχει μεγαλύτερη ικανοποίηση τόσο στα μέλη της μπάντας που μένουν όσο και σε αυτά που φεύγουν, αλλά το σημαντικότερο να ικανοποιούν το κοινό.
Το δικό μας συγκρότημα από την αρχή φτιάχτηκε να λειτουργεί σαν ένας ζωντανός οργανισμός που μεγαλώνει ανανεώνοντας τα κύτταρά του σε μια φυσική εξέλιξη….
–Και τώρα μια ερώτηση που με βασανίζει καιρό! Πώς πάρθηκε η ιδέα του ονόματος σας και τί συμβολίζει το χελωνάκι που βλέπουμε κατά καιρούς σε εξώφυλλά σας;
Μεγάλωσαν γενιές με “Mickey Mouse” όπως συνήθιζαν να λένε με μια φράση τα cartoons του Disney. Μια όχι τόσο γνωστή φιγούρα ήταν και η Magica De Spell, η πάπια που δεν ήταν σα τη Daisy του Donald! Ήταν μάγισσα, και σκαρφιζόταν τρόπους να κλέψει τη τυχερή δεκάρα του Skroutz Mac Duck, η οποία φορούσε πάντα μαύρα και τη θυμόμαστε μπροστά σε μια μαρμίτα να ανακατεύει μαγικά φίλτρα. Έτσι και μείς. Πορευόμαστε μιξάροντας ανακατεύοντας την μαρμίτα σε αναζήτηση μιας ακόμη δεκάρας μεγάλης σα τους δίσκους που βγάλαμε μέχρι τώρα…Η χελώνα και αυτή είναι για μας γούρι. Πρώτη φορά που τη χρησιμοποιήσαμε ήταν στην κλασική φωτογραφία μας στο εξώφυλλο του Διακοπές στο Sarajevo, και από τότε θα βρείς το σηματάκι σε κάθε δίσκο.
-Θα ήθελα να μου πείτε ένα σημείο ορόσημο που σημάδεψε την πολύχρονη ζωή και πορεία των Magic De Spell.
Τί να πει κανείς… Το πρώτο Live του καθενός από μας με τη μπάντα , η συναυλία που έγινε στην ουδέτερη ζώνη στη Κύπρο και οι άλλες μεγάλες συναυλίες, Η συναυλία για τα 25 χρόνια μας στο Λυκαβηττό, η συναυλία και τα παρελκόμενα στη Κολονία (πω πω αυτός ο καθεδρικός). Κάθε καλή φάση που σου έρχεται στο μυαλό και την είχες ξεχάσει. Οι μεγάλες αποφάσεις που έπρεπε να παρθούν, οι απώλειες παλαιότερων και εν ενεργεία μελών, το Τάσο Νισσόπουλο έχοντας πάρει μορφίνη για να μη πονάει ξαπλωμένο να ηχογραφεί κιθάρα για το δίσκο λίγο πριν φύγει… Τη μέρα που γνωρίσαμε τον μπασίστα μας και αξέχαστο φίλο Νίκο Βοσδογάννη, τη σύλληψη μελών του group από την αστυνομία λόγω εκκεντρικής εμφάνισης , τα sold out αλλά και τα άπατα… Η πρώτη φορά που υπογράφεις με Δισκογραφική, τα πρώτα χρήματα από τη μουσική, να ακούς το Mix του «Εμένα οι Φίλοι μου…» και να έχεις εκείνο το σφίξιμο που έχει κάποιος όταν ξέρει ότι κάτι γίνεται δω…
-Κλείνοντας θα ήθελα να μου πείτε τί συναισθήματα σας βγάζει η φράση «οκ πατέρα…», την οποία επιλέξατε για τίτλο της τελευταίας σας δουλειάς;
Δεν είναι η ίδια η φράση «ΟΚ Πατέρα…» αλλά το αντίστοιχο κομμάτι στο δίσκο. Όταν ήρθε για πρώτη φορά νοιώσαμε ότι όλοι ταυτιζόμαστε με τις αποχρώσεις των συναισθημάτων που αναδυόντουσαν από την αρχική ιδέα. Συνδέει το φαντασιακό με το πραγματικό με εκπληκτικό τρόπο και θέλαμε κάτι τέτοιο να αντιπροσωπεύει αν είναι δυνατόν και όλο το concept του δίσκου.